Γλωσσικά σημειώματα του Αθανασίου Δημοτζίκη

27.05.2010
       Στο προηγούμενο «Γλωσσικό σημείωμα» εκφράζαμε την απορία πώς στα τόσο κολακευτικά λόγια για την Ελλάδα της Βρετανίδας ιστορικού κ. Ζέελιγκ, η αντίδραση των ελληνικών ΜΜΕ ήταν υποτονική στην πρότασή της «κάθε ευρωπαίος που θα δανειζόταν οποιαδήποτε λέξη ελληνική να πλήρωνε 5 σεντ σαν φόρο», για να σωθεί η χώρα μας από τα ελλείμματά της. Και καταλήγαμε ότι τα δάνεια των λέξεων από μια γλώσσα σε άλλη λειτουργούν διαφορετικά από τα συνηθισμένα, οικονομικής φύσεως, δάνεια. Μ’ αυτό το ζήτημα θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας «σημείωμα».
Διστάζω να διατυπώσω την άποψη ενός άλλου – υποτιθέμενου – Άγγλου ο οποίος θα αντέστρεφε την πρόταση της κ. Ζέελιγκ, δηλαδή να πρότεινε «και οι Έλληνες να πληρώνουν 5 σεντ για οποιαδήποτε αγγλική λέξη χρησιμοποιούν σήμερα». Ξέρω πολύ καλά ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις μας: ότι δεν είναι δυνατόν να ζητούν οι ξένοι από μας κάτι τέτοιο, τη στιγμή που ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική γλώσσα έδωσαν τόσα στον κόσμο και ακόμα και τώρα «τρυγούν» συνέχεια και πλουτίζουν τις γλώσσες τους από τον ανεξάντλητο πλούτο της γλώσσας μας. Φυσικά δύσκολα θα διαφωνούσε κανείς ότι ο πλούτος της ελληνικής στη διαχρονική της πορεία είναι αδιαμφισβήτητος. Η πραγματικότητα όμως επιβάλλει να παραδεχτούμε οι Έλληνες, ότι στην πολύχρονη πορεία της ιστορίας μας, κι εμείς «δανειστήκαμε» από άλλους λαούς, με τους οποίους ήρθαμε σ’ επαφή, διάφορα στοιχεία τους και φυσικά και γλωσσικά. Όλες οι γλώσσες δανείζουν η μία στην άλλη. Οι γλώσσες λοιπόν δεν έχουν σύνορα, όπως λένε αρκετοί γλωσσολόγοι, και προσθέτουν ότι ο δανεισμός εξυπηρετεί ανάγκες και γι’ αυτό «δεν πρέπει να τον φοβόμαστε ή να τον απορρίπτουμε… ο γλωσσικός δανεισμός δεν είναι “ρύπανση” αλλά διαδικασία που συνοδεύει την ιστορία κάθε γλώσσας» (Α. – Φ. Χρηστίδης).
Θα ήταν ανιαρό για τον αναγνώστη να διαβάσει σ’ ένα τέτοιο περιορισμένο «σημείωμα» λέξεις που δανείσαμε και δανειστήκαμε. Το τι δώσαμε και τι δίνουμε ακόμη, το αναφέραμε προηγουμένως∙ φυσικά, πήραμε και εμείς από τα παλιότερα χρόνια ως τα σημερινά, ξεκινώντας από τον περσικό «παράδεισο», το εβραϊκό «Πάσχα», τα τουρκικά: «γλέντι», «καβγάς», «μεράκι», «κέφι» και φτάνοντας ως τα ιταλικά (λατινικά): «σπίτι», «σκάλα», «πόρτα» ή άλλα δυτικής προέλευσης, όπως «κομπιούτερ», «μπαρ», «ασανσέρ» κ.α. (Παρένθεση: ο κοινοτικός επίτροπος Όλι Ρεν ατύχησε, νομίζω, στην ευχή του προς τους Έλληνες για «καλό κουράγιο», αν θεωρούσε ότι μας μίλησε με ατόφια ελληνικά∙ η δεύτερη λέξη (κουράγιο) έχει καταγωγή ιταλική – λατινική. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν, όταν ήρθε στην Ελλάδα πρόσφατα, δεν μπορούσε ν’ αποφύγει – μιλώντας μόνο στη γλώσσα του – τις ελληνικές λέξεις δημοκρατία (demokrasi), πολιτική (politika), οικονομία (ekonomi)∙ αλλά και στο ξενοδοχείο που κατέλυσε θα χρησιμοποίησε για το κλειδί του δωματίου του τη λέξη «anahtar», χωρίς ίσως να ξέρει ότι προέρχεται από την ελληνική λέξη «ανοιχτήρι»).
Από την άλλη μεριά υποστηρίζεται (Γ. Μπαμπινιώτης) ότι από τις πιο αποκαλυπτικές διαδικασίες λειτουργίας της γλώσσας, στο πεδίο συνάντησης των λαών και των πολιτισμών, είναι τα α ν τ ι δ ά ν ε ι α: οι διάφορες περιπέτειες στη ζωή των λέξεων που εξελίσσονται εννοιολογικά περνώντας από γλώσσα σε γλώσσα για να επιστρέψουν στη γλώσσα στην οποία γεννήθηκαν (ποιος φανταζόταν π.χ. ότι η λέξη «γραμματική» θα επέστρεφε ύστερ’ από αιώνες στη σημερινή ελληνική γλώσσα ως «γκλάμουρ» ή η λέξη «χριστιανός» ως «κρετίνος»!).
Μπορεί οι γλώσσες να μην έχουν σύνορα, σύμφωνα με κάποιους γλωσσολόγους, καλό όμως είναι να έχουν «γνώσιν οι φύλακες» – το λέμε αυτό και ως γλωσσικός όμιλος – ώστε τα δάνεια που παίρνουμε από ξένες γλώσσες να είναι τα απολύτως απαραίτητα, για να μην αλλοιώνεται η «φυσιογνωμία» της γλώσσας μας.
Αθαν. Δημοτζίκης (μέλος Ο.Δ.Ε.Γ.)